Της Νόρας Ράλλη
Δεν ξανατρώω βράδυ. Το αποφάσισα μόλις. Ξεπιτάω όλη τη μέρα (ηπειρώτικο είναι αυτό, «ξεπίτησε το παιδί, βάλτε του να φάει», έλεγε η γιαγιά μου… το λέει ακόμα δηλαδή), τρώω γυρίζοντας σπίτι αργά, βαραίνω και αρχίζει το μυαλό και φέρνει σβούρες εφιαλτικές. Προχθές είδα, λέει, πως ο μικρός από το «Μόνος στο σπίτι» στέφθηκε «τελευταίος αυτοκράτορας». Και πριν προλάβει να χαρεί τον θρόνο του, κατέφθασε ο Τραμπ με στολή Αϊ-Βασίλη και του διάβασε, για να κοιμηθεί, τη Χριστουγεννιάτικη Ιστορία του Ντίκενς παραλλαγμένη, όπου στο τέλος ο Εμπενίζερ Σκρουτζ γίνεται ακόμα πιο πλούσιος και ζει αυτός καλά και οι άλλοι χειρότερα. Και ο μικρός τρόμαξε και άρχισε να κλαίει και τα πήρε ο Τραμπ και του έστειλε τη Θάτσερ να τον ησυχάσει. Και έμεινε ο θρόνος άδειος και κατσικώθηκε ο τυπάς πάνω του και δεν έλεγε να φύγει.
Τι τον τράβαγαν από τις γενειάδες, τι από τα σκουφιά, τίποτα αυτός. Και αποφάσισε, λέει, ως νέος αυτοκράτωρ, να κάνει την πέμπτη σταυροφορία: έβγαλε τα κόκκινα, ήπιε μια κρύα Κόλα Κόλα, ντύθηκε ιππότης της Αποκαλύψεως (τη στολή τού τη δάνεισε ο Μαρκουλάκης, που τη φύλαγε για το συνέδριο της Ν.Δ.) και πήγε να πάρει την Ιερουσαλήμ από τους άπιστους. Και κει που ήταν στα τείχη, πετάγεται ο Μαρξ ντυμένος σπάιντερμαν για να τα υπερασπιστεί και κάπου εκεί, μεταξύ παραζάλης, ιπποσύνης και κομμουνιστικής παραφροσύνης, ξύπνησα. More