Του Μανώλη Κλώντζα

Αμέσως στην εισαγωγή το νομοσχέδιο του Οργανισμού Διαχείρισης και Οργάνωσης Αρχαιολογικών Πόρων (ΟΔΑΠ) αποκαλύπτει τις στοχεύσεις του. Αναδεικνύει ότι εδράζεται σε αντιεπιστημονικές, ξεπερασμένες και αλλότριες προς τον πολιτισμό, την επιστήμη την προστασία και την ανάδειξη των λογής μνημειακών και μουσειακών χώρων.

Θεωρήσεις που ταιριάζουν σε «πραματευτές» των όποιων αξιών και πολιτιστικού πλούτου.

Αμέσως από τα πρώτα άρθρα γίνεται σαφές ότι σκοπός είναι η συγκέντρωση της διαχείρισης των μνημειακών, πολιτιστικών τόπων και αγαθών —  αξιών μακριά και πέρα από κάθε έλεγχο των ειδικών επιστημονικών φορέων και των τοπικών κοινωνιών.

Αυτό από μόνο του έρχεται σε αντίθεση με τις κυρίαρχες σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις που θέλουν τους λογής μνημειακούς χώρους, τα μουσεία τους πολιτιστικούς τόπους και αξίες να δένουν με τις τοπικές κοινωνίες στις οποίες κατά κύριο λόγω ανήκουν και εκφράζουν. Τοπικές κοινωνίες που αποτελούν το ζωντανό και αναπόσπαστο τμήμα των μνημειακών χώρων, μουσείων, φυσικών ιστορικών τοπίων κλπ.

Το υπουργείο πολιτισμού θα έπρεπε να γνωρίζει ότι τα μνημεία, και οι πολιτιστικοί τόποι, τα φυσικά ιστορικά τοπία χάνουν την μισή τους υπόσταση αν όχι όλη όταν αποκόπτονται από τους κύριους ιδιοκτήτες τους. Πάνε περίπατο ως εκ τούτου και οι επαναλαμβανόμενες αναφορές για διαφάνεια και «αξιοποίηση». Με βάση τις διεθνείς προσεγγίσεις για τους μνημειακούς, μουσειακούς χώρους αυτό που στην πραγματικότητα λαμβάνει χώρα είναι η παραπέρα απαξίωση και ο βιασμός κυρίως των λογής μνημειακών συνόλων.

Σε σχέση με τον στόχο που βάζει το νομοσχέδιο για διαφάνεια θα μείνει μόνο εξαγγελία αφού τα μνημειακά σύνολα, μουσεία κλπ μέσα από το νομοσχέδιο αποξενώνονται όπως είπαμε από την μισή τους υπόσταση δηλαδή από τις τοπικές κοινωνίες τις τοπικές ή τις εξειδικευμένες επιστημονικές υπηρεσίες που εμπλέκονται με τον πολιτισμό την προστασία μνημειακών τόπων και οι οποίες δεν μπορούν να ασκήσουν κανένα δημοκρατικό, επιστημονικό έλεγχο. Στην ουσία η αλήθεια είναι ότι ολοκληρώνεται μια μακροχρόνια διαδικασία απαλλοτρίωσης του πολιτιστικού ή φυσικο-ιστορικού πλούτου από τις τοπικές κοινωνίες, από τον λαό συνολικά. Η όποια «αξιοποίηση» θα εδράζεται σε ανάγκες και στοχεύσεις αλλότριες προς τις πολιτιστικές και επιστημονικές αξίες εξαρχής. Ο ορισμός του υπουργού ως εποπτεύων, ο τρόπος επιλογής και η μη διεπιστημονική στελέχωση της διεύθυνσης βάζει την τελική σφραγίδα στον επιτελικό και μη διεπιστημονικό χαρακτήρα του νέου φορέα αφού οι όποιεςαποφάσεις ή επιλογέςθα καθορίζονται στην ουσία από την πολιτική ηγεσία και όχι από κάποιο αρμόδιο διεπιστημονικό όργανο. Μέσα από τέτοιες αντιεπιστημονικές λογικές φυσικά και το υπουργείο δεν μπαίνει καν στον κόπο να ορίσει τι είναι στην ουσία πολιτισμός και ποια είναι εντέλει η πολιτιστική του πολιτική την οποία θα κληθεί να εφαρμόσει η μη διεπιστημονική διεύθυνση.

 Έχουν όλοι οι επιστήμονες την ίδια άποψη για την πολιτιστική κληρονομιά και πολιτική;

Οι τοπικές κοινωνίες;

Πώς θα καθορίζεται από την εκάστοτε πολιτική διεύθυνση του νέου φορέα και πως θα ελέγχεται από την κοινωνία και την πολιτεία ;

Η βάση, το πλαίσιο δηλαδή που εδράζεται το νομοσχέδιο  είναι κινούμενη άμμος. Δεν ορίζεται με επιστημονικό τρόπο ορθά και αντικειμενικά αλλά στην βάση προσεγγίσεων του 19ου αιώνα αξιωματικά και μη διεπιστημονικά.

Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία με τις όποιες γνώσεις και στην βάση των όποιων στιγμιαίων«αναγκών» θα καθορίζει το τι είναι πολιτισμός και τι αποτελεί ως εκ τούτου πολιτιστική ανάπτυξη, το τι έρευνες και τι δράσεις θα προωθήσει και θα χρηματοδοτεί.

(Η ίδια η υπουργός στην διεθνή τηλεδιάσκεψη για την κλιματική αλλαγή και την προστασία των μνημείων υπεραμύνθηκε και σωστά τον ρόλο των τοπικών κοινωνιών και της επιστημονικής προσέγγισης. Όλα αυτά εδώ ανατρέπονται και δεν συμβαδίζουν με τις απόψεις που η ίδια εξέφρασε).

Είναι βέβαιο ότι στον νέο φορέα δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπάρξει σωστή και χριστή διαχείριση εάν δεν έχει οριστεί επιστημονικά ορθά υπό το πρίσμα των σύγχρονων επιστημονικών προσεγγίσεων ο καθορισμός του πλαισίου, της βάσης, της φιλοσοφίας του τι είναι πολιτισμός και τι πολιτισμό θα προσπαθήσει να αναδείξει ο νέος φορέας και με ποιον τρόπο θα εξασφαλιστεί η επικαιροποίηση των νέων οπτικών, μεθόδων κλπ. Οι μόνοι αρμόδιοι να πράξουν κάτι τέτοιο είναι οι επιστημονικοί φορείς σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες που αποτελούν το ζωντανό περιβάλλον του κάθε πολιτιστικού, μνημειακού, μουσειακού χώρου.

Τόσο φόβος υπάρχει για τους ειδικούς επιστήμονες και για τις τοπικές κοινωνίες;

Τι είναι αυτό που προσπαθούν να κρύψουν;

Ας  φέρουν ένα διεθνές παράδειγμα των τελευταίων ετών (και όχι των προπολεμικών δεκαετιών) που να ακολουθεί την ίδια στρατηγική και προσέγγιση. Εξάλλου και οι διεθνείς οργανισμοί προστασίας της πολιτιστικής, ιστορικής, φυσικής κληρονομιάς που το Ελληνικό κράτος έχει συνυπογράψει θέτουν αυτό το ζήτημα ξεκάθαρα. Προς τι η παγκόσμια αντιεπιστημονική πρωτοτυπία;

Διαβάζοντας το άρθρο 2 δηλαδή τους στρατηγικούς σκοπούς αποκαλύπτεται πλήρως η «κινούμενη άμμος» και η αντιεπιστημονική προσέγγιση ως αποτέλεσμα της απουσίας επιστημονικής βάσης.

α) Ποιος καθορίζει την «ποιότητα» και τι αποτελεί «αναβάθμιση»;

β) Σε ποια βάση θα γίνει η όποια επιλογή;

«Επιλογή» και «αναβάθμιση»  έγινε κατά το υπουργείο και στην Ακρόπολη και πρόσφατα με το μπετόν αρμέ Χ περιεκτικότητας τσιμέντου. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε στις αντιδράσεις των επιστημόνων και της τοπικής κοινωνίας… Αυτό συνέβη ακριβώς γιατί η δοσμένη απόφαση καλή ή κακή δεν εδράζονταν σε αποφάσεις κάποιου διεπιστημονικού ανεξάρτητου από την πολιτική ηγεσία και αντικειμενικού οργάνου. Με τις ίδιες επιλογές και πρακτικές το υπουργείο θεωρεί ότι θα έχουμε διαφορετικά αποτελέσματα στο μέλλον;

Ή επιθυμεί να «πάρουν φωτιά» οι δικαστικές αίθουσες; Γιατί δεν ακολουθεί την διεθνή πρακτική;

Κύπρος: Με συστάσεις της UNESCO, δωρεάν η είσοδος σε 12 μουσεία της χώρας.

Μουσείο Ιδρύματος Γουλανδρή: Ενας χρόνος λειτουργίας με ελεύθερη είσοδο.

Στο μέρος β) του άρθρου, για την αύξηση των εσόδων όντως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα τα καταφέρουν. Όμως τα είδη ακριβά εισιτήρια σε συνδυασμό με το βάθεμα της συστημικής κρίσης θα αποκόψει εκατομμύρια ανθρώπους από τα πολιτιστικά αυτά αγαθά και πρώτα απ’ όλους τις λαϊκές οικογένειες. Στην ουσία αποτελεί μια ακόμη μαχαιριά στην σχέση των ανθρώπων με τα πολιτιστικά αγαθά, μια παραπέρα αποξένωση των μνημειακών χώρων από την κοινωνία, που επιστημονικά ορίζεται ως απαξίωση. Είναι ξεκάθαρο ότι έρχεται σε σύγκρουση με την φιλοσοφία του Συντάγματος και με τις οπτικές των διεθνών επιστημονικών οργανισμών και οργανισμών προστασίας  μνημείων. Είναι πάρα πολύ πιθανό όλο αυτό το «κόψιμο» για αύξηση εσόδων να γυρίσει μπούμερανγκ για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού κύρια του εσωτερικού σε μια εποχή που η κρίση μεγατόνων χτυπά τον καπιταλιστικό κόσμο.

Στο γ)

«Διάθεση των οικονομικών πόρων για την υποστήριξη πολιτικής για την ανάδειξη, προβολή και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, τη λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων και μουσείων και των υπηρεσιών και φορέων που έχουν ως αρμοδιότητα την προστασία, ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και τη στήριξη συνεργειών μεταξύ των άνω υπηρεσιών και των φορέων της σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας».

Πάλι βγαίνει στην επιφάνεια η κινητή άμμος! Ποια ανάδειξη , τι είδους προβολή, με τι στόχους αξιοποίηση και για ποιον; Με τι «κλειδί» πάνω απ’ όλα θα γίνεται η διάθεση πόρων στους φορείς; Όπως αποφασίσει η πολιτική διεύθυνση ή ο εκάστοτε καλός ή κακός υπουργός ;

Η όποια διαφάνεια και η όποια δημοκρατική επίφαση πάει εδώ περίπατο και μαζί οι ίδιοι οι επιστημονικοί φορείς οι οποίοι θα είναι εν κατακλείδι εξαρτημένοι από την χαώδη προσέγγιση στην χρηματοδότηση τους. Αποτέλεσμα θα είναι η επιστημονική υστέρηση και λανθασμένες ή ευκαιριακές προσεγγίσεις τους αποκομμένες πλήρως από την κοινωνία. Η μετατροπή, υποβάθμιση των πολιτιστικών και επιστημονικών αξιών σε εμπορικές καμπάνιες  θα υποβαθμίσουν εντέλει τις διαχρονικές αξίες και θα έχουν ακόμα και από εμπορική άποψη το αντίθετο αποτέλεσμα. Η κορυφαία επιστήμη στα πλαίσια των φορέων, εγκλωβισμένη σε μια χαώδη και μη διαφανή σχέση συναλλαγής θα απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο από την διεθνή κορυφή. (Φτάνει να δούμε σε απόλυτους αριθμούς το προκλητικά χαμηλό ποσοστό των επιστημονικών δημοσιεύσεων τα τελευταία αυτά 10 χρόνια στα κορυφαία διεθνή επιστημονικά περιοδικά για να καταλάβουμε την παρακμή που έχει οδηγήσει η ίδια ακριβώς πολιτική).

Ταυτόχρονα, είναι σίγουρο ότι σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ακόμα και οι στοχεύεις που θέτει το νομοσχέδιο θα ξεπεραστούν από τις ίδιες τις εξελίξεις και την πρόοδο της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών.

Αν θέλει να προχωρήσει σε κάποιον κατ’ ελάχιστα αποδεκτό εκσυγχρονισμό το υπουργείο, αν δεν θέλει να δει να βρίσκεται διαρκώς σε σύγκρουση με τους επιστημονικούς φορείς και τις τοπικές κοινωνίες, αν δεν θέλει να δει στο μέλλον να βγουν στην επιφάνεια σκάνδαλα και αστοχίες που θα εκθέτουν την χώρα,  να ρυθμίσει όπως πρέπει σωστά την βάση που εδράζεται το νομοσχέδιο και να αφήσει τις πολιτικές «ταρζανιές» για χάρη των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.

Οι ίδιες στην ουσία πολιτικές επιλογές, στην βάση του ίδιου από επιστημονική άποψη άκρως χαοτικού πλαισίου προσδιορισμού του τι είναι πολιτισμός, μνημειακό σύνολο, συντήρηση, αξιοποίηση κλπ οδήγησαν σε όλα εκείνα τα ευτράπελα και τις καταστάσεις που βιώσαμε το προηγούμενο διάστημα:  Πυρκαγιά στις Μυκήνες, τσιμέντο στην Ακρόπολη, χωροθέτηση Βιομηχανικών ΑΠΕ σε μνημειακά, φυσικά ιστορικά τοπία. Όταν όλα αυτά λάμβαναν χώρα κάτω από την ίδια φιλοσοφία και προσέγγιση υπό τον άμεσο έλεγχο του υπουργείου πολιτισμού, καταλαβαίνουμε τι έπεται από την νέα δομή που οι επιστημονικοί φορείς δεν θα έχουν καμία στην ουσία αντιπροσώπευση. Αυτό είναι καταφανέστατο αφού ούτε τυπικά και για τα μάτια του κόσμου δεν υπάρχει πρόβλεψη για βιολόγους, πεδολόγους, βοτανολόγους, δασολόγους, κλπ. Για όλους τους μουσειακούς και μνημειακούς χώρους της Ελλάδας έχει προβλεφθεί ένας Μουσειολόγος! Πώς θα μελετήσουν και θα  προστατεύσουν μνημειακά σύνολα πολύ περισσότερο πως θα αξιοποιηθεί αυτός ο πλούτος με βάση τις επιστημονικές οπτικές όταν το όλο πρόβλημα προσεγγίζεται στην λογική μιας τουριστικής ΑΕ;

Πώς μπορεί να σταθεί όλο αυτό στο διεθνές επιστημονικό περιβάλλον;

Η παραπέρα απαλλοτρίωση των μνημειακών και μουσειακών συνόλων από την κοινωνία, η ξεκάθαρη επιτελικότητα και η αποστείρωση από κάθε διεπιστημονική προσέγγιση και δημοκρατικό έλεγχο δένουν ως νύχι-κρέας με την επίθεση στα εργατικά λαϊκά δικαιώματα με την επίθεση στην ανθρώπινη εργασία.

Οι τοπικές κοινωνίες, οι άνθρωποι της επιστήμης , η εργατική τάξη της χώρας να αγκαλιάσουν ακόμα περισσότερο τους μνημειακούςτόπους και τα πολιτιστικά αγαθά.  Να οργανώσουν την πάλη τους για την ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος που βιάζει τους χώρους πολιτισμού, μνημειακά και τα μουσειακά σύνολα, που χτυπά την ίδια την  ανθρώπινη εργασία και τις πολιτιστικές αξίες.

 Μανώλης Κλώντζας, Αρχαιολόγος
Έδρα Αρχαιολογίας και Μουσειολογίας-Unesco MASARYK University
Ερευνητικό Επιστημονικό Κέντρο ARCHAIA Brno

Ημεροδρόμος