του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
H Thomas Cook διέθετε μέχρι πριν από μερικούς μήνες άυλα περιουσιακά στοιχεία σχεδόν 2 δισ. λιρών, που αντιστοιχούσαν στο 40% του ενεργητικού της. Μόνο η αξία των αεροσκαφών που διαθέτει και των ανταλλακτικών είναι 533 εκατ. λίρες, ενώ σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, διαθέτει ρευστότητα 668 εκατ. λίρες και αξιώσεις από τους πελάτες της, πληρωτέες μέχρι το τέλος του χρόνου, 956 εκατ. λίρες.
Ο «ξαφνικός θάνατος» που επελέγη για την Thomas Cook, αντί της ολικής ή μερικής διάσωσης ή της ένταξης σε καθεστώς προστασίας από τους πιστωτές (κάτι ανάλογο με την υπαγωγή στο άρθρο 99 του ελληνικού πτωχευτικού δικαίου), ήταν πρώτα απ’ όλα μια πολιτική απόφαση.
Το κατέστησε σαφές τόσο ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, που επικαλέστηκε τον «ηθικό κίνδυνο» που θα προκαλούσε μια διάσωση, όσο και η υπουργός Επιχειρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, Αντρεα Λίντσομ, που έκανε λόγο για «χαμένη υπόθεση» και για «σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων».
Η Λίντσομ περιορίστηκε να υποσχεθεί ότι η αρμόδια υπηρεσία αφερεγγυότητας θα επισπεύσει τον έλεγχο για το αν υπήρξαν παρατυπίες στις ενέργειες των στελεχών της Thomas Cook (δηλαδή, αν μεθόδευσαν δόλια πτώχευση), αλλά από το ύφος και τα συμφραζόμενα προκύπτει ότι ο έλεγχος αυτός θα είναι μάλλον τυπικού χαρακτήρα.
Με δεδομένη τη στάση της κυβέρνησης Τζόνσον, των πιστωτών και του βασικού μετόχου (της κινεζικής Fosun), η διοίκηση της Thomas Cook, τα στελέχη της οποίας επικρίνονται για παχυλά μπόνους άνω των 20 εκατ. λιρών τα τελευταία χρόνια, εμφάνισε ως μονόδρομο τον «ξαφνικό θάνατο», δηλαδή την άμεση ρευστοποίηση των περιουσιακών της στοιχείων, που προκαλεί ντόμινο παρενεργειών σε εκατοντάδες χιλιάδες παραθεριστές, σε χιλιάδες τουριστικές επιχειρήσεις που είναι εξαρτημένες από τα συμβόλαια με την Thomas Cook και σε χιλιάδες εργαζόμενους: 22.000 άμεσα απασχολούμενους στην Thomas Cook και στις θυγατρικές της στη Βρετανία και άλλες χώρες, και σε πολλαπλάσιο αριθμό εργαζομένων σε συνεργαζόμενες τουριστικές επιχειρήσεις.
Η επιλογή του «ξαφνικού θανάτου» από την ηγεσία της Thomas Cook και την κυβέρνηση ενδέχεται να αναδειχθεί σε μείζον σκάνδαλο. Διότι η επιλογή της άμεσης εκκαθάρισης, αντί των ηπιότερων λύσεων, αμφισβητείται με όρους απλής οικονομικής λογικής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η Thomas Cook δεν είχε σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα.
Γιατί η διοίκηση της Thomas Cook δεν ακολούθησε μια διαδικασία ήπιας χρεοκοπίας που θα της επέτρεπε να διατηρήσει την εταιρική της δραστηριότητα, έστω και εν μέρει;
Μια τέτοια εναλλακτική θα έδινε τη δυνατότητα στους πιστωτές της εταιρείας να ανταλλάξουν χρέος με μετοχές της για να περιορίσουν τις ζημιές τους, ενώ πελάτες και εργαζόμενοι θα μπορούσαν να προστατευτούν μέσω κρατικών κονδυλίων, προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από τις επιχειρήσεις εν είδει αποθεματικού ασφαλείας και φυσικά από τα προγράμματα ασφάλισης ταξιδιών.
Πέραν αυτού, η εταιρεία είχε τεράστια περιουσιακά στοιχεία που φαίνεται να βγήκαν τελείως από την εξίσωση της διάσωσης.
Σύμφωνα με τον ισολογισμό του περασμένου Μαρτίου, που αποκάλυψε ζημιές εξαμήνου ύψους 1,5 δισ. στερλινών, αλλά και την έκθεση της Ernst & Young τον περασμένο Μάιο όπου η (πασίγνωστη και στην Ελλάδα) ελεγκτική πολυεθνική διατύπωνε αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της εταιρείας, η Thomas Cook διέθετε μέχρι πριν από μερικούς μήνες άυλα περιουσιακά στοιχεία σχεδόν 2 δισ. λιρών, που αντιστοιχούσαν στο 40% του ενεργητικού της.
Μόνο η αξία των αεροσκαφών που διαθέτει και των ανταλλακτικών είναι 533 εκατ. λίρες, ενώ σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, διαθέτει ρευστότητα 668 εκατ. λίρες και αξιώσεις από τους πελάτες της, πληρωτέες μέχρι το τέλος του χρόνου, 956 εκατ. λίρες.
Ακόμη και το στοιχείο που εμφανίστηκε ως σημείο καμπής, οι ζημιές 1,5 δισ. στο προηγούμενο εξάμηνο, αποκρύπτει την εποχική διακύμανση των ταμειακών εισπράξεων του τουριστικού κολοσσού, που απογειώνονται το διάστημα Απριλίου-Σεπτεμβρίου και πέφτουν την περίοδο Οκτωβρίου-Μαρτίου.
Αν αυτή περίπου ήταν η ακριβής εικόνα μέχρι τον περασμένο Ιούνιο, είναι τουλάχιστον περίεργο να ισχυριστεί κανείς ότι μέσα σε τρεις μήνες η κατάσταση επιδεινώθηκε τόσο δραματικά ώστε το ξεπούλημα της εταιρείας για ψίχουλα να είναι μονόδρομος.
Δεν είναι τυχαίο ότι για τις σημαντικότερες θυγατρικές του βρετανικού ομίλου σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα για την αεροπορική Condor στη Γερμανία, αλλά και για τις σκανδικαβικές, έχουν ήδη δρομολογηθεί διαδικασίες διάσωσης και με παρεμβάσεις των κυβερνήσεων. Που σημαίνει ότι μόνο για πέταμα δεν ήταν.
Εμπόδια στη Fosun

Πέραν της οικονομικά ανεξήγητης εξέλιξης, η πολιτική χορηγία στην «εκτέλεση» της Thomas Cook προκύπτει και από ένα επιπλέον στοιχείο.
Η κινεζική Fosun, βασικός μέτοχος του ομίλου, έκανε φιλότιμες προσπάθειες τους τελευταίους μήνες για ένα πακέτο διάσωσης που θα της έδινε τον έλεγχο του ταξιδιωτικού πρακτορείου και ένα μερίδιο μειοψηφίας στην αεροπορική εταιρεία, πράγμα που, ωστόσο, προσέκρουσε στους βρετανικούς κανόνες περί ξένης ιδιοκτησίας στους αερομεταφορείς.
Τέλος, φαίνεται ότι τα «γεράκια»- hedge funds που το τελευταίο διάστημα στοιχημάτιζαν στη χρεοκοπία της άσκησαν ισχυρότατη πίεση στους πιστωτές της Thomas Cook να μη συμβιβαστούν σε οποιαδήποτε πρόταση διάσωσης.
Σύμφωνα με το Bloomberg, hedge funds όπως το Sona Asset Management και το XAIA Investment GmbH επένδυσαν σε CDS -τα περίφημα ασφάλιστρα αντιστάθμισης κινδύνου- αρκετά εκατομμύρια λίρες, προσβλέποντας σε κέρδη 250 εκατ. λιρών σε περίπτωση χρεοκοπίας του τουριστικού κολοσσού. Προφανώς κέρδισαν το στοίχημα.
Φυσικά, τα «γεράκια» δεν είναι οι μόνοι κερδισμένοι από την κατάρρευση.
Ο μεγάλος κερδισμένος στην ίδια τη Βρετανία και σε όλη την Ευρώπη θα είναι η TUI, που εξελίσσεται σε ολιγοπώλιο στην ευρωπαϊκή τουριστική αγορά. Διόλου τυχαία η εκτίναξη της μετοχής της κατά 11% αμέσως μετά την είδηση κατάρρευσης της Thomas Cook.
Σημαντικά μερίδια αγοράς αναμένεται να κερδίσουν μικρότεροι tour operators, όπως η On The Beach και η Leeds, οι αεροπορικές EasyJet, Ryanair και Lufthansa.
Μια ξεχασμένη συνάντηση με τον κ. Φανκχάουζερ…

Ο αερολιμενάρχης Ηρακλείου Γιώργος Πλιάκας επεσήμανε χθες στην «Εφ.Συν.» και σε άλλα ΜΜΕ ότι η Thomas Cook ήδη από τα τέλη Ιουλίου βρισκόταν σε συζητήσεις με τα στελέχη του αεροδρομίου για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη λύση επιστροφής των Βρετανών τουριστών σε περίπτωση χρεοκοπίας, κι έτσι εξήγησε το γεγονός ότι δεν δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα χθες, πρώτη μέρα μετά την ανακοίνωση της εκκαθάρισης.
Αυτό εν μέρει επιβεβαιώνει την υποψία ότι η ηγεσία του βρετανικού ομίλου «δούλευε» μόνο πάνω στο σενάριο του «ξαφνικού θανάτου», πράγμα στο οποίο συνέβαλε και η έκθεση της Ernst & Young, η οποία πυροδότησε την κατάρρευση της μετοχής της από τον Ιούνιο.
Ωστόσο, η επισήμανση του αερολιμενάρχη έχει και μια διάσταση ελληνικού ενδιαφέροντος, γιατί την ίδια περίοδο ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης είχε συνάντηση με τον CEO της Thomas Cook και σε ανάρτησή του στο twitter έγραφε: «Είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Thomas Cook, κ. Peter Fankhauser, στις 25 Ιουλίου, για να συζητήσουμε τις προοπτικές της αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας μας.
Ο κ. Fankhauser περιέγραψε λεπτομερώς την κατάσταση της εταιρείας και μας διαβεβαίωσε ότι η Thomas Cook θα παραμείνει μια από τις κορυφαίες εταιρείες παγκοσμίως στον τομέα του τουρισμού. Η συνάντηση έλαβε χώρα κάτω από ένα πολύ καθησυχαστικό και συνεργατικό κλίμα και η αίσθηση που έλαβα ήταν ότι συνεχίζουμε κανονικά τη μεταξύ μας συνεργασία».
Η αξία των διαβεβαιώσεων του κ. Φανκχάουζερ προς τον υπουργό Τουρισμού φάνηκε προχθές, με τον «ξαφνικό θάνατο» της εταιρείας.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αντιπολίτευσης, έχει σημασία ο υπουργός Τουρισμού να αποκαλύψει αν, πέρα από τις τυπικές διαβεβαιώσεις, ο CEO της Thomas Cook έδωσε στον κ. Θεοχάρη περισσότερα στοιχεία για την πραγματική κατάσταση της εταιρείας και τις προθέσεις της ηγεσίας της, αντίστοιχες τουλάχιστον με την εικόνα που είχε ο αερολιμενάρχης Ηρακλείου.
Εύλογη απορία προκαλεί επίσης η αναφορά του κ. Θεοχάρη στο παραπάνω τουίτ σε «προοπτικές της συνεργασίας υπουργείου και Thomas Cook» ενάμιση μήνα πριν από το «κανόνι».
Εντελώς συμπτωματικά, νωρίς το πρωί της ίδια ημέρας είχε επισκεφτεί το υπουργείο Τουρισμού ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Εξαίρεση από τον φόρο διαμονής
Με πράξη νομοθετικού περιεχομένου εξαιρούνται από την απόδοση του φόρου διαμονής τα ξενοδοχεία που υπέστησαν ζημιές από την πτώχευση της Τhomas Cook για την περίοδο από 23 Σεπτεμβρίου-10 Οκτωβρίου.
Ο φόρος διαμονής είναι κλιμακωτός ανάλογα με τα «αστέρια» και βαρύνει τον διαμένοντα (πελάτη) που έκανε χρήση του δωματίου ή του διαμερίσματος. Επιβάλλεται μετά τη διαμονή του στο κατάλυμα και πριν από την αναχώρησή του από αυτό. Εν συνεχεία το ξενοδοχείο αποδίδει τον φόρο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, στο επόμενο διάστημα, όταν θα υπάρχει πληρέστερη εικόνα των επιπτώσεων, και σε συνεργασία με το υπουργείο Τουρισμού, θα αναληφθούν νέες πρωτοβουλίες.
Leave a Reply