vasiliki sioutiτης Βασιλικής Σιούτη

Όταν ολοκληρωθεί η “αναγέννηση” του τηλεοπτικού τοπίου, ο Νίκος Παππάς σχεδιάζει να «βάλει τάξη» και στο πεδίο των δημοσκοπήσεων. Κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς σημαίνει αυτό, αφού η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει ούτε τον ήδη υπάρχοντα νόμο για τις δημοσκοπήσεις και κάνει τα στραβά μάτια σε τερατώδεις παρανομίες που διαπράττονται κάτω από τη μύτη της, σε φιλικά προς αυτήν μέσα.

Μαζί με τον γενικό γραμματέα Ενημέρωσης και στενό του φίλο Λευτέρη Κρέτσο, ο Νίκος Παππάς προανήγγειλε“Αλλαγή νομοθεσίας για τις δημοσκοπήσεις προανήγγειλε ο Νίκος Παππάς”, iefimerida.gr στις αρχές της χρονιάς την αλλαγή του νομικού πλαισίου διεξαγωγής των δημοσκοπήσεων. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση ξεκίνησε διάλογο με τον Σύλλογο Εταιρειών Δημοσκοπήσεων και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑΗ ιστοσελίδα του Συλλόγου) και ανακοίνωσε πως μέχρι το τέλος του 2016 θα κατέθετε το σχετικό νομοσχέδιο.

Ο υπουργός Επικρατείας έχει δώσει μιαν ιδέα για την πρόθεσή του να αυστηροποιήσει το πλαίσιο των δημοσκοπήσεων, αφήνοντας συχνά αιχμές για παραπλανητικά στοιχεία που παρουσιάζονται από κάποιες εταιρείες. Έχει κατηγορήσει αρκετές φορές τα μέσα ενημέρωσης για τον τρόπο που αξιοποιούν πολιτικά τις έρευνες κοινής γνώμης, μιλώντας για ασυδοσία, ενώ έχει αναφερθεί σε δημοσκοπήσεις που «έχουν καταπέσει στα μάτια της κοινής γνώμης» και αποτελούν πλήγμα για τη δημοκρατία.

Κανείς βέβαια δεν είναι σε θέση να ξέρει αν ο σχεδιασμός του κ. Παππά θα εξελιχθεί ομαλά, μετά από τις καταιγιστικές αποκαλύψεις και τις εμπλοκές που έχουν παρουσιαστεί στα τηλεοπτικά. Μια επιτυχής έκβαση στον χειρισμό της υπόθεσης των τηλεοπτικών αδειών θα έδινε το πράσινο φως για να συνεχίσει η κυβέρνηση και με τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, το αντίθετο όμως θα φρέναρε οποιαδήποτε σχετική πρωτοβουλία.

Ο νόμος που δεν εφαρμόζεται

Ωστόσο, παρότι το Μέγαρο Μαξίμου χαρακτηρίζει αδύναμο το νομικό πλαίσιο που αφορά τις δημοσκοπήσεις, αυτό στην πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα αυστηρό (από τα πιο αυστηρά διεθνώς). Απλώς, δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ. Ούτε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, ούτε από την τωρινή. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να κρίνει στην πράξη την αποτελεσματικότητά του νόμου 3603 του 2007 Διαβάστε τον νόμο εδώκαι να μιλά με αξιοπιστία γι’ αυτόν, αν τον εφάρμοζε όπως πρέπει.

Για παράδειγμα, μια από τις βασικότερες υποχρεώσεις της πολιτείας που απορρέει από τον νόμο 3603 είναι η διαφάνεια. Όλοι ανεξαιρέτως οι φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα που παραγγέλνουν δημοσκοπήσεις υποχρεούνται να αναρτούν στην ιστοσελίδα τους τις επιχειρήσεις δημοσκοπήσεων, το θέμα της δημοσκόπησης και κάθε άλλη έρευνα ή μέτρηση που ανέθεσαν σε φορείς ή επιχειρήσεις δημοσκοπήσεων, καθώς και το ύψος της αμοιβής τους. Επίσης, στο τέλος κάθε τριμήνου όλοι οι παραπάνω φορείς υποχρεούνται να αποστέλλουν τις συγκεντρωτικές καταστάσεις που αφορούν στο προηγούμενο τρίμηνο προς τη γενική γραμματεία Ενημέρωσης και αυτές να αναρτώνται στην ιστοσελίδα της. Τίποτε από αυτά δεν γίνεται.

Οι ίδιες καταστάσεις πρέπει να αποστέλλονται στο τέλος κάθε έτους από τη γενική γραμματεία Ενημέρωσης και στη Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, κάτι που επίσης δεν γίνεται. Αυτή η επιτροπή έχει, σύμφωνα με τον νόμο, σημαντικό ρόλο στον έλεγχο και τη διαφάνεια των δημοσκοπήσεων, όμως δεν τον έχει ασκήσει ποτέ και πολλά μέλη της αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη αυτής της διάταξης του νόμου που αφορά ένα καθήκον και –ταυτόχρονα– δικαίωμά τους.

Όσον αφορά το κόστος των δημοσκοπήσεων, βάσει του νόμου για την εκλογική νομοθεσία και τα οικονομικά των κομμάτων (4023/2011 και 4304/2004), τα κόμματα είναι υποχρεωμένα να καταθέτουν αμέσως μετά το πέρας κάθε εκλογικής αναμέτρησης αναλυτική έκθεση με τις δαπάνες και τα έσοδά τους. Στις δαπάνες περιλαμβάνονται και οι δημοσκοπήσεις που παραγγέλνουν προεκλογικά. Τα στοιχεία αυτά δημοσιεύονται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως, στο ειδικό τεύχος Οικονομικών των Πολιτικών των Κομμάτων (συντομογραφία Ο.Π.Κ.Πληροφορίες για τα τεύχη του Ο.Π.Κ. εδώ). Τα τεύχη των εκλογών του Ιανουαρίου και του Σεπτεμβρίου 2015, για τα οποία την ευθύνη είχε η νυν κυβέρνηση, δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμα, παρότι έχουν δημοσιευθεί οι (νόμιμες) δαπάνες για το δημοψήφισμα, που ήταν μεταγενέστερο των εκλογών του Ιανουαρίου!

000_par8218352

Το πόρισμα της Επιτροπής Δημοσκοπήσεων στο inside story

Τον περασμένο Ιανουάριο, όταν ο Νίκος Παππάς βρέθηκε με τους εκπροσώπους του ΣΕΔΕΑ, ο σύλλογος των δημοσκόπων δεσμεύτηκε ότι θα εκφράσει εμπεριστατωμένα τη θέση του, καθώς «στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου αναπτύχθηκε έντονη κριτική για τις δημοσκοπήσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις μία ολοκληρωτική πολεμική, με κατηγορίες για απόπειρες χειραγώγησης της ψήφου των πολιτών». Για τον λόγο αυτό ο ΣΕΔΕΑ σύστησε την Επιτροπή Δημοσκοπήσεων και προχώρησε στη σύνταξη μιας λεπτομερέστατης έκθεσης, «προκειμένου να αναλυθούν με μεγαλύτερη επιστημονική λεπτομέρεια τα συγκεκριμένα ζητήματα». Η έκθεση βρίσκεται στα χέρια του inside story και τα συμπεράσματά της είναι πολύ ενδιαφέροντα.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στις προβλέψεις των εκλογών του Σεπτεμβρίου, όπως αναφέρεται στην έκθεση, εντοπίστηκε στην αδυναμία καταγραφής της διαφοράς του πρώτου από το δεύτερο κόμμα, στην ερώτηση της πρόθεσης ψήφου. Αυτό όμως θεωρείται από τους συντάκτες του πορίσματος δευτερεύον ζήτημα. «Οι καταγραφές των υπολοίπων κομμάτων στην συντριπτική πλειοψηφία των δημοσκοπήσεων και ιδιαίτερα στο exit poll ήταν εντός των προβλεπόμενων περιθωρίων σφάλματος», αναφέρεται στην έκθεση.

«Όσον αφορά δε στην περιρρέουσα ρητορική σχετικά με διαχρονικά προβλήματα μη ακριβών προβλέψεων», αναφέρει το πόρισμα, «μια απλή αναδρομή στα αποτελέσματα και την προβλεψιμότητα των δημοσκοπήσεων μέχρι και τον Ιανουάριο 2015 αποδεικνύει το κενό περιεχόμενο σε αυτήν την ρητορική. Οι ελληνικές δημοσκοπήσεις είναι παραδοσιακά και αποδεδειγμένα από τις ακριβέστερες σε διεθνές επίπεδο, με ελάχιστες αποκλίσεις κατά τη διάρκεια δεκαετιών στην μεταπολιτευτική περίοδο».

Ο Θωμάς Γεράκης, διευθυντής της εταιρείας MARCΗ ιστοσελίδα της εταιρείας, συμφωνεί ότι «στην Ελλάδα έχουμε από τις πιο ακριβείς δημοσκοπήσεις στην Ευρώπη. Δείτε στην Αγγλία, στην Ισπανία τι λάθη έγιναν. Εμείς δεν κάναμε ποτέ τέτοια λάθη, παρά την πρωτοφανή ρευστότητα που υπάρχει στην πολιτική σκηνή της χώρας την τελευταία περίοδο».

Πράγματι, η έκθεση που έχει στα χέρια της η κυβέρνηση αναφέρεται και στο εξαιρετικά ρευστό πολιτικό τοπίο που διαμορφώθηκε μετά τις «τεκτονικές αλλαγές» του 2012 και βαίνει εξελισσόμενο και συνεχώς αναδιαμορφούμενο, αντανακλώντας και τις αντίστοιχες κοινωνικό-πολιτικές αλλαγές.

«Ο κατακερματισμός –λόγω της κρίσης– της μεσαίας τάξης και η διάλυση του συνεκτικού κρίκου, που οδηγούσε σε σταθερότερες μαζικού χαρακτήρα επιλογές ένα μεγάλο –ίσως και το μεγαλύτερο– μέρος της, επηρέασε σε σημαντικό βαθμό τη στάση απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα και βεβαίως την πολιτική επιλογή. Η ένταση της κρίσης στις αρχές του καλοκαιριού, με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα και ό,τι επακολούθησε, προκάλεσαν μια βίαιη ρήξη σε επίπεδο πολιτικής συμμετοχής, αλλά και μια τομή στη συνέχεια της εκλογικής συμπεριφοράς. Δεν υπήρχε πια η κομματική πιστότητα και η βεβαιότητα ψήφου που χαρακτήριζε παλαιότερες εκλογικές συμπεριφορές. Οι πολίτες δυσκολεύονταν ακόμα και να δηλώσουν ορθά ποιο κόμμα είχαν ψηφίσει στις προηγούμενες εκλογές –κάτι που όπως διαπιστώσαμε επηρέασε τα αποτελέσματα των στατιστικών σταθμίσεων. Επίσης καταγράφηκε τρομακτική αύξηση της πραγματικής αποχής, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι 765.000 πολίτες που είχαν ψηφίσει τον Ιανουάριο και επέλεξαν να απέχουν τον Σεπτέμβριο, συνιστούν απώλεια της τάξεως του 12% στο ενεργό μέχρι τότε εκλογικό σώμα», σύμφωνα με την έκθεση.

Ο Γιάννης Μαυρής, πολιτικός επιστήμονας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Public IssueΗ ιστοσελίδα της εταιρείας, πιστεύει ότι η υπογραφή του πρώτου μνημονίου ήταν ένα ορόσημο, μετά από το οποίο έγινε πολύ δυσκολότερη η πρόβλεψη. «Υπάρχουν και προβλήματα που δημιουργεί η τρέχουσα πολιτική συγκυρία και που προκλήθηκαν κυρίως εξαιτίας του ριζικού μετασχηματισμού που υπέστη το ελληνικό κομματικό σύστημα, στην εποχή των Μνημονίων. Η κατάρρευση του δικομματισμού το 2012 και η πρωτοφανής συνεχιζόμενη εκλογική ρευστότητα, είναι μια βασική ιδιαιτερότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος που οπωσδήποτε δυσκολεύει», δηλώνει στο inside story.

Ο Αλέξης Τσίπρας ορκίζεται μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. [Louisa Gouliamaki/AFP]

Ο κ. Στράτος Φαναράς, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Metron AnalysisΗ ιστοσελίδα της εταιρείας, μιλά και για τις ειδικές δυσκολίες που συναντούν οι εταιρείες, για παράδειγμα στο δημοψήφισμα του 2015: «Είχαμε μόνο μια εβδομάδα να μετρήσουμε το κλίμα και υπήρχαν πολλές διακυμάνσεις. Επίσης, στο ψηφοδέλτιο υπήρχε το “Όχι” μπροστά και το “Ναι” παρέπεμπε σε ένα κείμενο που οι περισσότεροι δεν είχαν διαβάσει. Αυτές ήταν πρωτοφανείς συνθήκες».

Αλλά και το γεγονός ότι καμία από τις τελευταίες κυβερνήσεις δεν έχει εξαντλήσει την τετραετία, δημιουργεί ζητήματα. «Από τα σημαντικότερα προβλήματα –που δυσχεραίνει σημαντικά την προβλεπτική ικανότητα του επιστημονικού εργαλείου– είναι η ακανόνιστη διάρκεια του εκλογικού κύκλου, που χαρακτηρίζει το ελληνικό πολιτικό σύστημα», αναφέρει ο κ. Μαυρής, που μαζί με τον Γιώργο Συμεωνίδη, μαθηματικό και αναλυτή στατιστικών υποδειγμάτων της Public Issue, έγραψαν και κυκλοφόρησαν πρόσφατα ένα βιβλίοΣύντομη περιγραφή του βιβλίου στην ιστοσελίδα της εταιρείας με τίτλο «Δημοσκοπήσεις και πρόβλεψη των εκλογών στην Ελλάδα». «Ο πολιτικός χρόνος είναι πυκνός, με συνέπεια να μην υπάρχει αρκετός χρόνος για να καταγραφεί δημοσκοπικά η επίδραση της μεταβολής του κομματικού συστήματος στο εκλογικό σώμα και να αποκρυσταλλωθούν οι νέες τάσεις», προσθέτει ο κ. Μαυρής.

Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα είναι η διαπιστωμένη ανεπάρκεια των επίσημων στατιστικών πηγών, όπως επισημαίνει ο κ. Μαυρής. «Ακόμα και το πραγματικό ύψος του δυνητικού εκλογικού σώματος (πολίτες άνω των 18 ετών, που διαθέτουν το εκλογικό δικαίωμα και διαμένουν στη χώρα) παραμένει άγνωστο μέγεθος, δυσχεραίνοντας το έργο των εταιρειών ερευνών».

Για όλους τους παραπάνω λόγους ο Δ. Μαύρος, διευθύνων σύμβουλος της MRBΗ ιστοσελίδα της εταιρείας και πρόεδρος του ΣΕΔΕΑ, υποστηρίζει ότι «η δημοσκόπηση ως εργαλείο έχει φτάσει στα όριά της στη χώρα». Ο κ. Μαύρος παραδέχεται πάντως ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στον τρόπο με τον οποίον διεξάγονται οι δημοσκοπήσεις. «Ότι πρέπει επί του μεθοδολογικού να υπάρχει μεγαλύτερη επαγρύπνηση, αυτό ναι», λέει και επισημαίνει ότι είναι ανοιχτοί στον διάλογο με την κυβέρνηση, στην οποία έχουν δώσει και προτάσεις.

Παρά τα δεδομένα προβλήματα όμως, ο κ. Φαναράς πιστεύει ότι η απαξίωση των δημοσκοπήσεων γίνεται εκ του πονηρού: «Είναι μία στερεότυπη αντίδραση, όχι μόνο από τη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και από τις προηγούμενες. Αυτό που θέλουν είναι να απαξιωθούν οι έρευνες γιατί τα αποτελέσματά τους είναι δυσάρεστα στις κυβερνήσεις που εισπράττουν φθορά».

Η περίπτωση της Bridging Europe

Το χάος πάντως και η ασυδοσία που έχει επισημάνει το Μέγαρο Μαξίμου είναι υπαρκτά και συνίστανται εκτός των άλλων και στο ότι κατά καιρούς εμφανίζονται από το πουθενά ανύπαρκτες εταιρείες –μη εγγεγραμμένες δηλαδή στο νόμιμο φορέα τον ΣΕΔΕΑ ή στη λίστα Το Μητρώο Φορέων Δημοσκοπήσεων και η μετοχική τους σύνθεση του ΕΣΡ (όπου πρέπει να φαίνεται ο ιδιοκτήτης και οι μέτοχοι)– οι οποίες διενεργούν δημοσκοπήσεις χωρίς να έχουν αυτό το δικαίωμα και συχνά δεν αναφέρουν καν την ταυτότητα της έρευνας και τον πελάτη από τον οποίο πληρώνονται, κάτι το οποίο είναι υποχρεωμένες από το νόμο να κάνουν όλες οι (νόμιμες) εταιρείες.

Όλοι ανεξαιρέτως οι δημοσκόποι με τους οποίους μίλησε το inside story αναφέρθηκαν –άλλοι ονομαστικά και άλλοι όχι– σε μια συγκεκριμένη εταιρεία που διενεργεί δημοσκοπήσεις παρανόμως, χωρίς να είναι ούτε μέλος του ΣΕΔΕΑ, ούτε εγγεγραμμένη στη λίστα του ΕΣΡ (Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης), άρα χωρίς να έχει το δικαίωμα να κάνει έρευνες κοινής γνώμης. Μάλιστα, ούτε καν δηλώνει ποιος είναι ο ιδιοκτήτης και ποια η μετοχική της σύνθεση –όπως ορίζει ο νόμος περί δημοσκοπήσεων.

«Την περασμένη Κυριακή είδαμε πάλι μία δημοσκόπηση από εταιρεία που δεν είναι ούτε στον ΣΕΔΕΑ ούτε στο ΕΣΡ. Επιχειρήσαμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους για να τους ενημερώσουμε για τη νομοθεσία και να τους καλέσουμε να εγγραφούν στη λίστα του ΕΣΡ», λέει ο Θωμάς Γεράκης, «αλλά δεν κατέστη δυνατό γιατί στην ιστοσελίδα τους δεν αναφέρεται ούτε έδρα, ούτε διεύθυνση, ούτε τηλέφωνο!».

Την ίδια περίπτωση στηλιτεύει και ο Δημήτρης Μαύρος, πρόεδρος του ΣΕΔΕΑ, παρότι αρνείται να αναφέρει το όνομα της Bridging Europ.e Η ιστοσελίδα της εταιρείας, καθώς περί αυτής πρόκειται. «Εμείς αυτό που κάναμε όταν είδαμε αυτήν την έρευνα ήταν να στείλουμε ένα δελτίο τύπου στα ΜΜΕ με τη λίστα του ΕΣΡ ώστε να πληροφορηθούν όλοι ποιες είναι οι νόμιμες εταιρείες. Το θέσαμε και στον αρμόδιο υπουργό και αυτός είπε ότι συμφωνεί μαζί μας».

Η εν λόγω εταιρεία πάντως εμφανίζεται ως think tank, με έδρα κάποτε στις Βρυξέλλες, κάποτε στην Αθήνα, τις προηγούμενες μέρες χωρίς καθόλου έδρα! Μέχρι τώρα, τα ευρήματα της Bridging Europe δημοσιεύονται σε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ (Εφημερίδα Συντακτών, Χωνί), σε κομματικά (Αυγή, Left), ενώ τελευταία ακόμα και στο κρατικό ΑΠΕ!

Εντύπωση και απορία προξενεί το γεγονός ότι ο γενικός γραμματέας Ενημέρωσης, Λευτέρης Κρέτσος, είχε κάνει πριν από λίγο καιρό (αυτό;)κριτική“Κρέτσος στο News247: Ο κλάδος των δημοσκοπήσεων δεν μπορεί να αυτορρυθμιστεί”, news247.gr λέγοντας ότι είναι λάθος για τα κομματικά μέσα να παρουσιάζουν δημοσκοπήσεις από εταιρείες που δεν είναι στον ΣΕΔΕΑ, αν και λίγες μέρες μετά τη δήλωση αυτή συνέβη ξανά το ίδιο, όπως έγινε την περασμένη Κυριακή.

Η Bridging Europe πάντως, πέρα από τη μη τήρηση των περισσότερων διατάξεων του νόμου, σε πάρα πολλές έρευνες που έχει δημοσιεύσει αποφεύγει να αναφέρει το όνομα του εντολέα, όπως είναι υποχρεωτικό.

Μία από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις της ήταν για την Εφημερίδα των Συντακτών και δημοσιεύτηκε στις 27 Αυγούστου“Ψηφίζουν αλλαγή στο τηλεοπτικό τοπίο”, efsyn.gr με τίτλο «Ψηφίζουν αλλαγή στο τηλεοπτικό τοπίο».

Στο δημοσίευμα αναφέρεται η ταυτότητα της έρευνας (που περιλαμβάνει την επωνυμία της εταιρείας, τον σκοπό της έρευνας, την ημερομηνία διεξαγωγής, το μέγεθος του δείγματος και άλλες τέτοιες πληροφορίες), καθώς η εταιρεία το προηγούμενο διάστημα είχε γίνει αντικείμενο πολλών επικρίσεων, κυρίως γιατί ήταν η μόνη που έδινε και δίνει τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα.

Αλλά αυτή δεν είναι η μόνη αλλαγή που υποχρεώθηκε να κάνει η Bridging Europe, καθώς όλοι άρχισαν να αναρωτιούνται ποιος είναι ο ιδιοκτήτης της νεοφερμένης, αλλά αρνούμενης να νομιμοποιηθεί εγγραφόμενη στο ΕΣΡ, εταιρείας.

Αλλαγή διευθυντή και… εξαφάνιση έδρας σε λίγες μόνο μέρες

Ιδρυτής και διευθυντής της Bridging Europe μέχρι πρότινος δεν ήταν άλλος από τον επίσης νεοφερμένο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, Δημήτρη Ραπίδη. Ο Ραπίδης εμφανίστηκε στα κοινά μετά την έναρξη της κρίσης και κάπου το 2012 βρέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, έγινε μέλος και στη συνέχεια εντάχθηκε στη γραμματεία, Χρονολόγιο των δραστηριοτήτων της γραμματείας του κόμματος για την Εξωτερική Πολιτική. Ως μέλος της γραμματείας αναφέρεται ακόμα και φέτος τον Μάιο, στα βιογραφικά στοιχεία κάτω από άρθρο“Η πλήρως αποδυναμωμένη Τουρκία”, left.gr ου για το left.gr. Όσοι τον θυμούνται, αναφέρουν ότι βρέθηκε στην επιτροπή Εξωτερικής Πολιτικής χωρίς να τον γνωρίζουν από πριν και εικάζουν ότι τον έφερε κάποιο από τα στελέχη της ηγετικής ομάδας. «Μας είπε ότι τον ενδιαφέρουν τα Βαλκάνια και η Τουρκία», αναφέρει ένα από τα μέλη εκείνης της Επιτροπής. «Είχε ένα think tank, την Bridging Europe, αλλά δήλωνε άνεργος και έλεγε ότι εκείνη την περίοδο έψαχνε για δουλειά».

Μετά τις ευρωεκλογές πάντως ο Ραπίδης, που στο μεταξύ είχε περάσει στην ομάδα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Στέλιο Παππά, άρχισε να συνεργάζεται στενά με τον Δημήτρη Παπαδημούλη και στη συνέχεια έπιασε δουλειά στην ευρωομάδα της Αριστεράς. Η ιστοσελίδα του ευρωπαϊκού πολιτικού σχηματισμού, όπου συνεχίζει να είναι στενός συνεργάτης του Παπαδημούλη, σύμφωνα με στοιχεία που έχει στα χέρια του το inside story.

Ο Ραπίδης όμως βρέθηκε στο στόχαστρο των πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ και υπέστη κατακραυγή, ιδιαίτερα στα social media. Ένα ενδεικτικό tweet, καθώς τόσο από την αρθρογραφία του όσο και από την παρουσία του στα social media δεν έκρυβε την ταύτισή του με το κυβερνών κόμμα. Η ειρωνεία είναι ότι ο Ραπίδης, σε αρθρογραφία του“Οι 3 λόγοι της πολιτικής κυριαρχίας του ΣΥΡΙΖΑ”, huffingtonpost.gr στον Τύπο, δεν διστάζει να κατηγορήσει τις άλλες εταιρείες δημοσκοπήσεων ότι «εξυπηρετούν αμιγώς κομματικά συμφέροντα με περίτεχνο και αδιόρατο τρόπο».

Λόγω της κριτικής που δέχτηκε πάντως, ο Ραπίδης τελευταία δεν εμφανίζεται ως διευθύνων της Bridging Europe, αλλά μόνο ως ιδρυτής της. Στη θέση του διευθύνοντα έχει μπει ένα ξένο όνομα. Σε επικοινωνία που είχε το inside story μαζί του, δήλωσε ότι ο ίδιος δεν είναι πια διευθυντής και συνεπώς δεν θα μπορούσε να μας απαντήσει στα ερωτήματα που θα του θέταμε. Σε άλλη ερώτησή μας για το πού βρίσκεται η έδρα της εταιρείας, απάντησε ότι δεν υπάρχει γιατί βρίσκεται σε μεταβίβαση, αλλά πριν ήταν στην Αθήνα.

Το inside story επιχείρησε να επικοινωνήσει και με τους φερόμενους ως επικεφαλής της εταιρείας αυτήν την περίοδο, αλλά καθώς δεν υπάρχει τηλέφωνο, ούτε ηλεκτρονική διεύθυνση παρά μόνο η δυνατότητα να αφήσεις ένα μήνυμα στην ιστοσελίδα, αυτό πράξαμε χωρίς να λάβουμε απάντηση.

Πολιτική εξουσία και δημοσκοπήσεις

Πολλοί δημοσκόποι πάντως εκφράζουν τον προβληματισμό τους για τις προθέσεις της κυβέρνησης να αλλάξει τον νόμο. «Το ζήτημα της ρύθμισης των δημοσκοπήσεων δεν είναι νομικό. Περαιτέρω “αυστηροποίηση” όχι μόνο δεν θα έχει θετικά αποτελέσματα, αλλά θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην επιβολή λογοκρισίας ή στην κρατικοποίηση των εταιρειών δημοσκοπήσεων. Αυτό επιδίωξαν κάποιοι και πριν, αυτός είναι ο στόχος και σήμερα. Αυτή η αυταρχική λογική σε συνδυασμό με την ασχετοσύνη είναι πιθανό να οδηγήσει σε άλλη μια εκτρωματική (και ανεφάρμοστη) ρύθμιση», αναφέρει ένας από τους πιο έμπειρους δημοσκόπους της χώρας που προτιμά να παραμείνει ανώνυμος.

Πώς όμως διαμορφώθηκε η τριγωνική σχέση δημοσκόπων-ΜΜΕ-πολιτικών; «Οι δημοσκοπήσεις παρεμβάλλονται ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης και τα πολιτικά κόμματα. Σε αυτό το τρίγωνο, οι εταιρείες δημοσκοπήσεων έχουν τη μικρότερη ισχύ και το μικρότερο μερίδιο ευθύνης. Η μεγαλύτερη ευθύνη ανήκει στα μέσα ενημέρωσης και στα ίδια τα κόμματα. Το πρόβλημα είναι ότι τα μέσα και τα κόμματα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τις δημοσκοπήσεις προπαγανδιστικά. Αυτήν τη χρήση την επιβάλλουν εκείνοι στις εταιρείες», μας λέει ο ίδιος επαγγελματίας του χώρου.

Πώς θα αλλάξει τότε η κυβέρνηση το τοπίο στις δημοσκοπήσεις, αν οι πολιτικοί είναι αυτοί που τους επιβάλλουν να κάνουν κακή χρήση; Δεν θα αρκούσε απλώς και μόνο να πάψουν την προσπάθεια χειραγώγησης οι κυβερνήσεις και τα κόμματα;

«Αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις είναι να μεταθέτουν την ευθύνη στις εταιρείες», υποστηρίζουν οι δημοσκόποι. «Οι δε εταιρείες, “εκβιάζονται”». Επομένως, όταν μιλάμε για ρύθμιση των δημοσκοπήσεων αυτό θα έπρεπε να σημαίνει πολιτική ευθύνη αλλά και ουσιαστικό έλεγχο, δημοκρατική εποπτεία των μέσων ενημέρωσης και βεβαίως των πολιτικών κομμάτων. Αντίθετα με ό,τι συζητείται, θα έπρεπε να ενισχυθεί η αυτονομία και η ανεξαρτησία των εταιρειών απέναντι στα μέσα και τα κόμματα. Είναι ακριβώς το ίδιο με ό,τι ισχύει για τους δημοσιογράφους ή τους δικαστές».

Το θέμα ξανά στην επικαιρότητα

Προς το παρόν, η σχετική συζήτηση έχει παγώσει, λόγω και των εξελίξεων με τις τηλεοπτικές άδειες. Τις τελευταίες ημέρες όμως κάθε τόσο κάτι συμβαίνει και τροφοδοτείται ξανά, παρότι κανένας σοβαρός κι επί της ουσίας διάλογος δεν έχει ανοίξει. Πριν από δύο εβδομάδες ήταν η δημοσκόπηση της Bridging Europe στο φιλοκυβερνητικό Χωνί. Στη συνέχεια υπήρξε η καταγγελία του Βασίλη Λεβέντη ότι κάποιος δημοσκόπος του ζήτησε 10.000 ευρώ για να εμφανίσει τα ποσοστά του υψηλότερα. Η καταγγελία ήταν παντελώς αστήρικτη, ρίχνοντας λάσπη στον ανεμιστήρα, κατάφερε όμως να τραβήξει τα φώτα πάνω του και λίγο μετά το κόμμα του Λεβέντη ζήτησε από την κυβέρνηση «αυστηρότερο πλαίσιο» για τις δημοσκοπήσεις, βάζοντας πολλούς σε υποψία ότι μπορεί να λειτουργούσε ως «λαγός». Την περασμένη εβδομάδα φιλοκυβερνητικός λογαριασμός στα social media ισχυρίστηκε ότι η εν λόγω ανώνυμη καταγγελία αφορούσε συγκεκριμένο δημοσκόπο που εμφανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόμμα (όπως όλες οι νόμιμες εταιρείες δημοσκοπήσεων δηλαδή), ενώ την Κυριακή μια φιλοκυβερνητική ιστοσελίδα άφησε υπονοούμενα ότι η καταγγελία Λεβέντη μπορεί να αφορά άλλον δημοσκόπο –του οποίου οι έρευνες επίσης έδειξαν να προηγείται η ΝΔ,  δυσαρεστώντας το Μαξίμου.

Μέσα σε μία εβδομάδα δηλαδή, η ανώνυμη και αστήρικτη καταγγελία Λεβέντη έχει κολλήσει λάσπη από φιλοκυβερνητικά μέσα ήδη σε δύο δημοσκόπους, των οποίων οι έρευνες εμφάνισαν πρώτο κόμμα τη Ν.Δ. Αν συνεχιστεί αυτό, ενδέχεται να κολλήσει και σε όλους τους υπόλοιπους.

Inside story