H ιστορία του Συμεών του Τρέντο, αναγεννησιακός θρύλος εβραϊκής παιδοκτονίας, εικονογράφηση από το "Χρονικό της Νυρεμβέργης", του Hartmann Schedels, 1493

Του Θεόφιλου Τραμπούλη

Οι φωτογραφίες των νεκρών παιδιών στη Γάζα αποτυπώνουν τη φρίκη ενός ασύμμετρου πολέμου ο οποίος έχει καταστήσει τα μετόπισθεν θέατρο των επιχειρήσεων και έχει θολώσει τη διάκριση ανάμεσα στο στρατό και τον άμαχο πληθυσμό. Η παγκόσμια οργή για τη συνεχιζόμενη σφαγή δεν δηλώνει τόσο ρητή υποστήριξη στους Παλαιστίνιους όσο τον αποτροπιασμό για την παραβίαση από το Ισραήλ αυτού του θεμελιώδους ανθρωπιστικού ορίου. Ανθρωπιστικού; Όχι ακριβώς, όχι στο βαθμό που ανθρωπισμό εννοούμε συνήθως ένα άχρονο σύστημα αρχών που απορρέει τάχα από την ίδια την ανθρώπινη φύση. Το όριο αυτό εδώ είναι πολιτικό: μπροστά στην εικόνα ενός δολοφονημένου παιδιού αναδύονται όλες οι ιδεολογίες, οι συγκρούσεις και οι συμφωνίες που διαμόρφωσαν το διεθνές δίκαιο, κάθε εμπειρία δεσποτισμού, δυστυχίας κι απόγνωσης της πρόσφατης ιστορίας. Οι ανηλεείς βομβαρδισμοί της Γάζας, ο πόλεμος ως συνέχεια του καθεστώτος εκτοπισμού και εγκλεισμού στο οποίο ζουν οι Παλαιστίνιοι στα Κατεχόμενα τον υποτιθέμενο καιρό της ειρήνης τους είναι ένα τυφλό σημείο, μια διαταραχή της νεωτερικότητας.

Eντούτοις, όσο σκληρές κι αν είναι οι φωτογραφίες αυτές, δεν θα πρέπει να τις διαβάσουμε μόνον ως προς το θέμα τους, δηλαδή τα νεκρά παιδιά, αλλά και ως προς τη μηχανική τους, το πλαίσιο, τις προϋποθέσεις και τον αφηγηματικό ιστό που υφαίνουν. Μαρτυρίες και τεκμήρια πολέμου την εποχή των έξυπνων τηλεφώνων, ανήκουν σε μια καινούργια εποχή εικόνας που δεν προέρχεται αποκλειστικά από τον ουδέτερο και επαγγελματία παραγωγό, τον ρεπόρτερ ή το τηλεοπτικό συνεργείο, αλλά και από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της τραγωδίας που καταγράφει ο φακός και καταγράφουν με το φακό τους. Ακόμη περισσότερο, η αναπαραγωγή και η διάδοσή τους γίνεται μέσα από δίαυλους αφανούς ακόμη δομής, με απρόβλεπτα συμφραζόμενα και διακειμενικότητα, αλληλεπίδραση και σχολιασμό. Ένα φαινομενικά μη ιεραρχημένο δίκτυο που διαχέει αδιαμεσολάβητα την πληροφορία και επιτρέπει να δημιουργηθούν διεθνείς θύλακες διαμαρτυρίας και αντίστασης. Φενάκη, προφανώς: η επανάληψη, η επαναπλαισίωση, ο σχολιασμός, όσο κι αν έχουν σε πρώτο επίπεδο την πρόθεση της ενημέρωσης, καθιστούν στην πραγματικότητα τις φωτογραφίες της βίας μια λαϊκή εικονογραφία που εξουδετερώνει τις εικόνες και έχει ως αποτέλεσμα περισσότερο την παραμυθία παρά την πολιτική πράξη.

Διόλου απρόσμενα η ενημέρωση γύρω από τους βομβαρδισμούς της Γάζας έχει στον πυρήνα της παραλλαγμένο και επίκαιρο ένα στερεότυπο βαθιά ριζωμένο στην ιστορία των ευρωπαϊκών προκαταλήψεων· τον μοχθηρό Εβραίο που επιβουλεύεται τον αλλόθρησκό του σε ό,τι έχει πολυτιμότερο και ιερό: τα παιδιά του. Κι αν στα κείμενα της δημώδους και της λόγιας γραμματείας, μέσα από ιστορίες αλλόκοτες και ανατριχιαστικές το μοτίβο αυτό επανέρχεται ως μεταφορά και απότοκο τάχα της χριστιανικής σταύρωσης, εδώ η κυριολεξία και η βαρβαρότητα της εικόνας αποκλείει κάθε αναγωγή. Ο «Εβραίος», όπως επιμένουν τα σχόλια, σκοτώνει τα παιδιά γιατί είναι ο βάρβαρος Άλλος. Δεν εννοώ προφανώς πως οι φωτογραφίες δεν είναι ακριβείς. Ούτε πως η βαναυσότητα των βομβαρδισμών δεν έχει θύματα παιδιά και άμαχο πληθυσμό, όλον τον πληθυσμό. Η ρητορική αυτή όμως των κατακρεουργημένων θυμάτων εντάσσει τη φρίκη σε ένα λαβύρινθο μυθοποιήσεων και συμβόλων που απογυμνώνει τον πόλεμο από τον πολιτικό του χαρακτήρα. Είναι ένα συμμετρικό τυφλό σημείο, η αντανάκλαση εξίσου μιας διαταραχής της νεωτερικότηας.

Ωστόσο οι φωτογραφίες των νεκρών παιδιών της Γάζας είναι μια ριζικά μη πολιτική εικονογραφία και για έναν ακόμη λόγο. Διηγείται ο Φρόιντ στην «Ερμηνεία των Ονείρων» την ιστορία ενός πατέρα ο οποίος, ξενυχτώντας τον νεκρό γιο του, αποκοιμιέται και βλέπει στο όνειρό του το παιδί να φωνάζει: «Πατέρα, δεν με βλέπεις που καίγομαι;» Πετάγεται τρομαγμένος και, πράγματι, ένα κερί της αγρύπνιας έχει πέσει στο φέρετρο και η σωρός έχει αρπάξει φωτιά. Είναι για τον πατέρα η επώδυνη επιστροφή στην πραγματικότητα, όχι τόσο γιατί θυμήθηκε ξυπνώντας πως ο γιος του είναι νεκρός αλλά γιατί για μια στιγμή στον ύπνο του ένιωσε την καθαρτήρια αγωνία πως θα μπορούσε ακόμη να τον σώσει. Η πολιτική πράξη συμβαίνει σε εκείνον τον συμβολικό χώρο του ονείρου του πατέρα. Το πραγματικό της επώδυνης αφύπνισης, των άψυχων παιδικών σωμάτων είναι πια το τέλος, η σιωπή.

* για την Νατάσα Αδάμου αφιερωμένο

Μπόνους. Ο Σλάβοι Ζίζεκ συζητά το φροϋδικό όνειρο


Πηγή – τεχνηέντως