manos

Του Χρήστου Νάτση

«Το πανδερκές όμμα, ο σκότος έχων περικύκλω αυτού, η πηγή των δωρημάτων, των δογμάτων η πέτρα, ο παντάναξ, ο παντόπτης, η βακτηρία της ασθενείας, ο ψυχοτερπής»: αυτά είναι ελάχιστα μόνο από τα επτακόσια Θεωνύμια που συγκέντρωσε στα μέσα του 13ου αιώνα ο Αυτοκράτορας της Νικαίας Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρις.[1] Μία μετωνυμική αλυσίδα χωρίς αρχή ουσιαστικά -κάθε πρώτο όνομα τίθεται εν τυχαιότητι κατ΄ ουσίαν- και με συμβατικό απλώς τέλος, μια προσπάθεια να ειπωθεί κάτι έναντι του τίποτα. Μια προσπάθεια ανεπιτυχής, καθώς ο Θεός υπερβαίνει εξορισμού την θετική ενότητα των «και και» που ο θεωνυμικός λόγος προτάσσει. Από μέρος σε μέρος, η εξεικόνιση του αδάμαστου όλου ωθεί σε ένα ζηνωνικό παράδοξο καταδίωξης του ακαταδίωκτου.

Θυμήθηκα τα Θεωνύμια βλέποντας την πληθώρα των υμνητικών αναφορών με αφορμή την επέτειο θανάτου του Μάνου Χατζιδάκι. Ο Χατζιδάκις υπάρχει ως η απόλυτη αναφορά – δεν μπορείς να αναφερθείς σ’ αυτόν παρά μόνο θετικά, ειδάλλως εκπίπτεις ως σοβαρός συνομιλητής. Πώς μιλάς γι’ αυτόν όμως; Τι προτάσσεις στην αναφορά σου; Από την κεντροδεξιά ως την ριζοσπαστική αριστερά αυτή η στροφή της εκάστοτε προοπτικής διεκδικεί ένα σημείο γύρω από το οποίο θα συγκροτηθεί ένας λόγος, αλλού πολιτικότερο, αλλού αισθαντικότερο, αλλού πολιτιστικότερο κ.λπ. κ.λπ. Μιλώντας για τον Χατζιδάκι μιλάει κανείς για τον εαυτό του και όχι για εκείνον.

Και εδώ βρίσκεται η κεντρική διαφορά με τα Θεονύμια. Ο Λάσκαρις ξέρει ότι το έργο του είναι η δημιουργία μιας άπειρης μετωνυμικής αλυσίδας, ένα διαρκές πήγαιν’ έλα στο μερικό που ουδέποτε θα αγγίξει το αντικείμενό του, φύσει διαφεύγον. Αντίθετα, οι υμνητές του Χατζιδάκι θεωρούν πως κυριολεκτούν, πως η ερμηνεία τους «γραπώνει» την αλήθεια. Ο πολιτικός Χατζιδάκις κι ο αισθαντικός Χατζιδάκις, π.χ., διεκδικούν ένα μονοπώλιο πρόσληψης, τοποθετώντας τον αντίπαλο στην σφαίρα της αναλήθειας. Κάθε λόγος εισέρχεται στην Kampfplatz της δημοσιότητας διεκδικώντας την μονοσημία της αλήθειας του. Σύμπτωμα ενός επίμονου κουλτουραλισμού στην παραγωγή υποκειμενοποιητικών ταυτίσεων, ο Χατζιδάκις, υπερβατικά αντιφασιστικός, υλιστικά αντιεξουσιαστής, μεταρρυθμιστικά αναδιαμορφωτικής του κρατικού ραδιοφώνου, μελικός και λυρικός, θα επανέρχεται ως απωθημένο μιας νοσταλγίας της εποχής που -υποτίθεται πως- ο διανοούμενος θα διακονούσε την αλήθειά του χωρίς να λερώσει τα χέρια του με την πραγματικότητα.

[1] Τα Θεωνύμια, προοίμιο-επιμέλεια Αλ. Κοσματόπουλος, Άγρα, Αθήνα 1987

Πηγή – ΤΕΧΝΗΕΝΤΩΣ