Μερικές φορές σκέφτομαι ότι η Αριστερά (και με τον όρο αυτό εννοώ και κάποια κομμάτια του αναρχικού χώρου· αναφέρομαι στις ιδέες, όχι στις οργανωμένες εκφράσεις τους) δεν ξέρει σε τι κόσμο απευθύνεται. Δεν έχει καταλάβει ποιοι είναι (και άρα πως τους απευθύνεται) αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι που θέλει να οργανώσει. Ο Σαραμάγκου το είχε πεί πιο σκληρά: “Η Αριστερά δεν έχει την παραμικρή γαμημένη ιδέα σε ποιον κόσμο ζει”.
Όταν κάποιοι (κυρίως οι αναρχικοί αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς) προειδοποιούσαν εδώ και χρόνια για τον εκφασισμό της πολιτικής ζωής και της κοινωνίας, η Αριστερά στην πλειοψηφία της δεν ασχολιόταν με τέτοια μικροθέματα. Δεν γίνεται, έλεγαν πολλοί, σε μια κοινωνία που στις εκλογές δίνει διψήφια ποσοστά στην αριστερά, να ανθίσει ο φασισμός. Αυτά τα έχουμε αφήσει πίσω μας, έλεγαν άλλοι, είμαστε σε άλλη εποχή. Θυμίζει λίγο εκείνο το καταπληκτικό σκηνικό με το πρωτοσέλιδο της Αυγής την 21η Απριλίου του 1967: «Γιατί δεν θα γίνει δικτατορία» που δεν πρόλαβε να κυκλοφορήσει ποτέ γιατί το πρόλαβε η… δικτατορία.
Επειδή όπως όλοι ξέρουμε η ιστορία επαναλαμβάνεται αρχικά ως φάρσα και μετά ως τραγωδία, η μέση αριστερή εκτίμηση για άλλη μια φορά έπεσε τραγικότατα έξω, και τώρα έχουμε, εκτός από τους νεοφιλελεύθερους, να αντιμετωπίσουμε και τους ναζί. Φάρσα και τραγωδία μαζί.
Μοιραία πάντως, αυτές οι καταστάσεις έχουν ένα καλό (ή ίσως, κακό): βάζουν ευρύτερα ζητήματα, πέραν του στενά οικονομίστικου. Ζητήματα εξουσίας, ζητήματα πολιτεύματος και της μορφής που θέλει η αριστερά να έχει. Την πρόταση της δηλαδή, για το πώς πρέπει να κυβερνάται η χώρα. Ένα πρόβληματάκι που εμφανίζεται εδώ, είναι ότι η αριστερά δεν έχει σοβαρή (και άρα πειστική) πρόταση. Αυτοί που είχαν ξεκάθαρη πρόταση, είτε μας αρέσει είτε όχι, ήταν οι ναζί.
Η Χρυσή Αυγή ήταν ανοιχτά εχθρική (για να το πούμε κάπως κομψά) απέναντι στην Δημοκρατία. Δεν πρότεινε ακριβώς ναζισμό γιατί οι Χρυσαυγήτες δεν είναι και ακριβώς ναζί. Δεν πρότεινε ακριβώς χούντα, γιατί δεν είναι και ακριβώς χουντικοί. Λίγο πολύ, η πρόταση της ήταν «θα βγούμε εμείς, θα τους γαμήσουμε όλους και θα επιβάλλουμε την τάξη». Μαλακίες θα πείτε και θα συμφωνήσω, αλλά είναι μια ξεκάθαρη πρόταση: τέλος με την Δημοκρατία, τις ελευθερίες, τα δικαιώματα, την ασυδοσία και όλο αυτό το μπάχαλο. Ένα δυνατό «πατριωτικό» χέρι θα αναλάβει όλη την εξουσία και θα βάλει τον καθένα στην θέση του. Η κρυφή γοητεία του ολοκληρωτισμού.
Η αριστερά αντίθετα, επιμένει να υπερασπίζεται την Δημοκρατία. Την αστική Δημοκρατία. Την «νομιμότητα», με ακραίο (ατυχής ίσως η λέξη λόγω των ημερών) παράδειγμα τον ΣΥΡΙΖΑ. Επιμένει να την υπερασπίζεται και να την επικαλείται ακόμα και όταν ο εχθρός την παραμορφώνει και την χρησιμοποιεί εναντίων του. Αλλάζει τους νόμους, το σύνταγμα, έχει στα χέρια του τις κατασταλτικές δυνάμεις και τις χρησιμοποιεί σύμφωνα με τα γούστα του, και όχι με τους νόμους. Παρόλα αυτά, για τον ΣΥΡΙΖΑ, πάνω από όλα η νομιμότητα.
Καλύτερη ανάλυση έχει ο Φαήλος Κρανιδιώτης, ο οποίος ένα ξεπεράσει κανείς την συμπεριφορά, ξέρει τι λέει, πώς και πότε το λέει και κυρίως, με ποιο στόχο. «Ναι, το μονοπώλιο της βίας ανήκει μόνο στο δημοκρατικό κράτος και θα σας αλλάξουμε τα φώτα». Όταν λοιπόν οι αστοί «δημοκράτες» απαρνούνται την αστική δημοκρατία για να επιβιώσουν, δεν υπάρχει κανένας λόγος να την υπερασπίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά γενικότερα. Όταν ο άλλος ξεκάθαρα δηλώνει ότι θα σε τσακίσει στο ξύλο αν χρειαστεί, δεν απαντάς πως «θα τον ταράξεις στην νομιμότητα». Είναι σαν να τον απειλείς ότι θα το πεις στην δασκάλα. Μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση, η δασκάλα (βλέπε αστυνομία, δικαιοσύνη, ΜΜΕ) είναι με την πλευρά του άλλου. Χαμένος από χέρι δηλαδή.
Για να επανέλθω όμως στην αρχική σκέψη του κειμένου, η αριστερά δεν έχει καταλάβει που απευθύνεται και γι αυτό έχει λάθος αναγνώσεις. Η αριστερά υποθέτει ότι η πλειοψηφία της κοινωνίας είναι δημοκρατική. Ότι γενικά στην συντριπτική πλειοψηφία τους οι πολίτες αυτής της χώρας είναι δημοκράτες, εκτός κάποιων μειοψηφιών. Το ίδιο περίπου υπέθετε και για τον ρατσισμό: οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές γενικά εκτός κάποιων συγκεκριμένων αμελητέων μειοψηφιών. Το ίδιο που υπέθετε επίσης και για τον ναζισμό: σε χώρα με τέτοια ποσοστά στους ναζί ή με τέτοια ιστορία, ο νεοναζισμός δεν γίνεται να ριζώσει. Εκτός τόπου και χρόνου και στις τρείς περιπτώσεις.
Η αστική δημοκρατία μας τελείωσε. Μέχρις εδώ ήταν χρήσιμη, τώρα δεν είναι σε κανέναν. Δεν είναι στην αστική τάξη και την παρέα της, γιατί θέλουν να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία για να τα πάρουν όλα από τους κάτω, και έστω και τα ελάχιστα δημοκρατικά δικαιώματα την ενοχλούν σε αυτό τον στόχο. Δεν είναι και για τους από κάτω, γιατί η μεταμόρφωση της οδηγεί σε περιορισμό του κοινωνικού κράτους, των παροχών και των ασπίδων προστασίας (όσες και αν ήταν αυτές) που ύπηρχαν, άρα τους φέρνει σε χειρότερη θέση μέσα στην ταξική μάχη. Η όλη κατάσταση θα επιλυθεί με έναν από τους δύο πιθανούς τρόπους: ο ένας είναι η εξαφάνιση της και η αντικατάσταση από κάποιο ολοκληρωτικό σύστημα, αν και με κάποιες ελάχιστες βιτρίνες δημοκρατίας. Αυτό είναι που προτείνουν οι ναζί ή η ΝΔ με ελάχιστα διαφορετικό τρόπο. Απεχθές ναι, αλλά φαντάζει (και είναι, όταν ως κυρίαρχο ζήτημα τοποθετείται η κοινωνική ειρήνη) εφαρμόσιμη λύση, και αυτός ήταν ένας λόγος που ενισχύθηκε. Ο άλλος είναι η αντικατάσταση, επέκταση και συμπλήρωση της. Το άπλωμα της και η χρήση της ως όπλο για νέους δρόμους.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτού του είδους την δημοκρατία, με διάφορες παραλλαγές, την υιοθετεί γενικά η αριστερά στον λόγο της, αλλά δεν τολμά να την εφαρμόσει ούτε καν στην ίδια της την δομή και την λειτουργία. Γιατί δεν το κάνει; Ίσως να είναι φόβος των επιτελείων και των στελεχών, της ιεραρχίας δηλαδή, ότι θα χάσει τον έλεγχο και την εξουσία πάνω σε αυτό το τμήμα της κοινωνίας. Ίσως να είναι ατολμία μόνο, και ανικανότητα ανάγνωσης νέων δομών και νέων μορφών πάλης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η πρόταση υπάρχει, αλλά όχι η σχηματοποίηση της. Η πρόταση για περισσότερη δημοκρατία έχει πέσει στο τραπέζι: την έθεσαν οι πλατείες της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Αμερικής και της Βραζιλίας πρόσφατα. Λείπει η εμπέδωση της στα κινήματα και η δημιουργία λειτουργικών παραδειγμάτων που θα απαντούν στο «πως» θα λειτουργεί αυτή η πρόταση. Όπως και να έχει, η σύνδεση αυτή γίνεται στις κινήσεις αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης που ξεπηδούν παντού στην χώρα.
Τις τελευταίες μέρες, όλα αυτά μπαίνουν έντονα στο προσκήνιο. Το ζήτημα της δημοκρατίας εμφανίζεται πάλι με την θεωρία των δύο άκρων και το «συνταγματικό τόξο» που πρέπει να τα βάλει με τον φασισμό. Ταυτόχρονα, η αριστερά στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ στριμώχνεται στην γωνία, σε μια απόπειρα να πεταχτεί (όλη η τα “κακά” κομμάτια της) έκτος της δημοκρατίας. Το ΚΚΕ αλλού τυρβάζει, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να αποδείξει συνέχεια ότι είναι καλό παιδί και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει προφανώς σοβαρότερα (εσωτερικά) προβλήματα να ασχοληθεί. Ταυτόχρονα εκεί έξω υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που απελπίζεται χωρίς όραμα. Θα το βρεί. Απλά, δεν είναι υποχρεωτικό ότι θα είναι το δικό μας.
Leave a Reply